Πρόσωπα
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου: Η συγκλονιστική ζωή της
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έγραψε δεκάδες εκπληκτικά τραγούδια για πλειάδα συνθετών και ερμηνευτών. Πέθανε όμως πάμπτωχη καθώς δεν την ενδιέφεραν τα δικαιώματα των στοίχων της.
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν μια γυναίκα με πάθη που έζησε σε πολύ δύσκολα χρόνια. Ήθελε να ρουφήξει την ζωή και ήταν κατά του κατεστημένου της εποχής της! Ενώ ήταν δασκάλα, έγινε ηθοποιός, έκανε δυο γάμους και χαρτόπαιζε όπου μπορούσε. «Ζωγράφιζε» στο χαρτί την ψυχή της, με λέξεις που έγιναν τραγούδια, στιγμάτισαν τη λαϊκή μουσική και δεν έσβησαν ποτέ.
Με μια ματιά
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου γεννήθηκε το 1893 στο Aϊδίνι της Μικράς Ασίας από εύπορη οικογένεια και το πατρικό της όνομα ήταν Ευτυχία Χατζηγεωργίου-Οικονόμου. Έχασε σε πολύ μικρή ηλικία τον πατέρα της και στα 18 της η μητέρα της την πάντρεψε, μετά από προξενιό, με τον έμπορο Κωστή Νικολαΐδη, που ήταν 20 χρόνια μεγαλύτερό της. Απέκτησε το όνομα Ευτυχία Νικολαΐδου και δύο κόρες, την Καίτη και την Μαίρη.
Ο Νικολαΐδης, ως έμπορος, έλειπε πάντα σε ταξίδια στην Ελλάδα και το 1922, με την μικρασιατική καταστροφή, αναγκάστηκε να έλθει και η ίδια με τις κόρες και την μητέρα της στην Ελλάδα, ως πρόσφυγας. Η καρδιά της μάτωνε πάντα όταν περιέγραφε τις εικόνες φρίκης που έζησε κατά τη διάρκεια του διωγμού, για τις οποίες απέφευγε να μιλάει.
«Μας ξεριζώνουν απ’ την ίδια μας τη γη. Ξαφνικά ακούγεται φοβερό βουητό, δίνεται το σύνθημα, αρχίζει το ποδοπάτημα, ποιος θα προλάβει να πρώτο μπει μες στο καράβι, σε σπρώχνουν, σε πονούν. Και έρχονται καράβια και μια θάλασσα άγρια σαν να θέλει να σε πνίξει κι αυτή μες στον καημό σου».
Ο στίχος «Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε στης λίμνης μέσα το θολό νερό» γράφτηκε μετά τον θάνατο της μητέρας της. Σκιαγραφεί ίσως με τον καλύτερο τρόπο, μέσα σε λίγες γραμμές, την ζωής της και την ευαίσθητη ψυχή της πρώτης Ελληνίδας στιχουργού.
Η Ευτυχία Παπαγιανοπούλου πέθανε σε ηλικία 79 ετών, στις 7 Ιανουαρίου 1972. Έχοντας στο πλευρό της την κόρη της Καίτη και την εγγονή της Ρέα (κόρη της Μαίρης), που τη φρόντισε ως τα γεράματά της.
Η ζωή της καταγράφηκε σε βιβλίο που έγραψε η εγγονή της Ρέα Μανέλη και έχει τίτλο “Η Γιαγιά Μου η Ευτυχία”. Το 2019 το βιβλίο έγινε ταινία!
Το ξεκίνημα
Η φυγή της από την Μικρά Ασία στην καταστροφή του 1922 την φέρνει στον Πειραιά. Όπου θα συναντήσει πάλι τον πρώτο της σύζυγο, Κώστα Νικολαϊδη, με τον οποίο είχε αποκτήσει και δυο κόρες, την Μαρία και την Καίτη.
Το ζευγάρι αρχικά τα φέρνει δύσκολα πέρα, κάνοντας διάφορες δουλειές. Η Ευτυχία παραδίδει μαθήματα ενώ παράλληλα γράφεται στη βιβλιοθήκη για να διευρύνει τις γνώσεις της. Όμως, ως ανήσυχο πνεύμα θέλει να ζήσει και μια έντονη ζωή, η εκκεντρική της φύση και το ελεύθερο πνεύμα της δεν περνούν απαρατήρητα. Της γίνεται πρόταση να παίξει στο θέατρο, μπαίνει σε μπουλούκι και περιοδεύει στην Ελλάδα.
Εκείνα τα χρόνια, οι γυναίκες είχαν πολύ συγκεκριμένη θέση, έτσι, ήταν αναμενόμενο ο άντρας της να διαφωνεί με την στροφή που έκανε. Τα σχόλια έδιναν και έπαιρναν για την “θεατρίνα” σύζυγο του και δημιουργήθηκε ένταση και απόσταση ανάμεσα στο ζευγάρι. Οι συγκρούσεις κάνουν την Ευτυχία να φύγει από το σπίτι της και να μετακομίσει στον Κολωνό, μαζί με τις κόρες και την μητέρα της.
Η γνωριμία της με τον αστυφύλακα Γιώργο Παπαγιαννόπουλο την κάνει να νιώθει ιδιαίτερη και τον λατρεύει. Παράλληλα, αποθεώνεται στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, ενώ παίζει σε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου. Το 1932 χωρίζει με τον πρώτο της σύζυγο και παντρεύεται τον Γιώργη. Μένουν όλοι μαζί στον Κολωνό και στη συνέχεια μεγαλώνουν την Ρέα, κόρη της Μαίρης, καθώς εκείνη και ο σύζυγος της έλειπαν διαρκώς σε περιοδείες.
Οι στίχοι που σημάδεψαν το λαϊκό τραγούδι
Εκεί πήγε να βρει την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου η μεγάλη Μαρίκα Νίνου, που ήταν ίσως η πρώτη που διέκρινε το ταλέντο της να γράφει αβίαστα ποιήματα με ρίμες. Οι στοίχοι της ξεχείλιζαν από πάθος και λέξεις που έμεναν στην ψυχή.
Την φέρνει σε επαφή με τον Βασίλη Τσιτσάνη τον οποίο η Παπαγιαννοπούλου θαύμαζε. Αυτός μένει έκπληκτος από την δυναμική των στίχων της και μελοποιεί αμέσως το «Στα σκαλοπάτια σου εγώ γυρίζω». Ζητάει κι άλλα τραγούδια.
Το όνομά της αρχίζει να συζητιέται και την προσεγγίζουν άμεσα όλοι οι μεγάλοι μουσικοί της εποχής. Στην πορεία χάνει την μητέρα της, που ήταν το μεγάλο στήριγμά της και έπειτα την μεγάλη της αγάπη, τον Γιώργο.
Σε μια συνέντευξη της το 1966 όταν ρωτήθηκε πως εμπνέεται η απάντηση της ήταν καταλυτική.
«Γράφω όταν με πνίγει μια παλιά θύμηση. Όταν με βαραίνει ο πόνος. Για μένα το γράψιμο είναι ένας τρόπος να ξεφύγω από τούτο το θλιβερό περιβάλλον. Στην ηλικία μου βλέπεις, ο άνθρωπος ζει με τις αναμνήσεις. Οι δικές μου είναι πολύ πικρές».
Η Παπαγιαννοπούλου είχε δώσει τραγούδια στον Τσιτσάνη, στον Μάνο Χατζιδάκι-το περίφημο «Είμαι αϊτός χωρίς φτερά», στον Μανώλη Χιώτη, στον Στέλιο Καζαντζίδη, στον Απόστολο Καλδάρα και σε πολλούς άλλους.
Τα τραγούδια
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την αναγνώριση του έργου της και για την είσπραξη δικαιωμάτων. Αποτέλεσμα ήταν παρά την επιτυχία των τραγουδιών της, να πεθάνει φτωχή.
Ζώντας μια έντονη και περιπετειώδη ζωή, στην Ελλάδα αρχικά σταδιοδρόμησε ως ηθοποιός, δασκάλα και ποιήτρια. Αργότερα αναδείχθηκε σε σπουδαία λαϊκή στιχουργό. Ξεκίνησε να γράφει στίχους το 1948 εξαναγκαζόμενη από το προσωπικό της πάθος (χαρτοπαιξία). Έτσι άρχισε να τροφοδοτεί έναντι ευτελούς οικονομικής αμοιβής, όλους τους επώνυμους συνθέτες της εποχής της. Τα αριστουργηματικά τραγούδια που προέκυψαν ακούγονται μέχρι σήμερα!
«Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. Από κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δεν θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω, υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα», δήλωνε σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1960.
Ήταν μια από τις σπουδαιότερες στιχουργούς, που χάρη στο ταλέντο της τροφοδότησε το ελληνικό λαϊκό τραγούδι με μεγάλο αριθμό εξαίρετων δημιουργιών. Μερικές από αυτές θα παραμείνουν για πάντα άγνωστες, ενώ μόνο ένα μικρό μέρος αυτών που έγραψε είναι καταχωρημένες στο όνομα της.
https://www.youtube.com/watch?time_continue=39&v=boBJWY1uOJc&feature=emb_title
Κάποια από τα τραγούδια της είναι:
«Ηλιοβασιλέματα», «Περασμένες μου αγάπες», «Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Φεύγω με πίκρα στα ξένα», «Γυάλινος κόσμος», «Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά».
«Όνειρο απατηλό», «Στο τραπέζι που τα πίνω», «Στου Αποστόλη το κουτούκι», «Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι», «Μου σπάσανε το μπαγλαμά», «Ανεμώνα», «Αργά είναι πια αργά».
«Λίγο-λίγο θα με συνηθίσεις», «Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα», «Αν είναι η αγάπη έγκλημα», «Η διπρόσωπη», «Ένας αϊτός γκρεμίστηκε», «Συρματοπλέγματα βαριά».
«Είμαι αετός χωρίς φτερά», «Τι έχει και κλαίει το παιδί», «Η Μαλάμω», «Πετραδάκι, πετραδάκι», «Του ντερβίση το πιοτό», «Τι να σου κάνει μια καρδιά»,
«Το τελευταίο βράδυ μου» και πολλά άλλα.
.
Η απώλειες που την στιγμάτισαν
Η πρώτη της μεγάλη απώλεια ήταν ο θάνατος της μητέρας της. Πράγμα που της δημιούργησε μεγάλο κενό και ήταν αφορμή για μερικά από τα μεγαλύτερα τραγούδια της. Όπως το «Όνειρο απατηλό», όπου περιγράφει την κοινή τους πορεία ξεκινώντας την προσφυγιά.
Το δεύτερο χτύπημα ήταν ο θάνατος του αγαπημένου της Γιώργη, τον οποίο λάτρευε και της άφησε άλλο ένα μεγάλο κενό. Εικάζεται πως ίσως ήταν ο λόγος για να γράψει μεταξύ άλλων τα τραγούδια «Ένας αϊτός γκρεμίστηκε».
Το οριστικό χτύπημα όμως για αυτήν ήταν το 1960 η απώλεια της κόρης της Μαίρης, σε ηλικία 45 ετών. Αυτό το γεγονός την σημαδεύει για πάντα, δεν θα ξαναβγάλει από πάνω της τα μαύρα ρούχα και το μαύρο μαντήλι με το οποίο κάλυπτε τα μαλλιά της μόνιμα, ως ένδειξη πένθους.
Μετά από τον χαμό της Μαίρης όμως βρίσκει επίσης ακόμη μεγαλύτερο καταφύγιο στα χαρτιά. Εντρυφώντας σε ένα πολυετές, καταστροφικό πάθος για την ζωή και την… τσέπη της, καθώς παίζει καθημερινά και ασταμάτητα.
Τότε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου μίλαγε με την ψυχή της και ακολουθούν στοίχοι όπως: «Το τελευταίο βράδυ μου», «Είμαι αϊτός χωρίς φτερά», «Ρίξε στο γυαλί φαρμάκι», «Άνθρωπε δυστυχισμένε» και «Περασμένες μου αγάπες».
Όπως αναφέρουν πάρα πολλοί, τότε πούλησε δεκάδες τραγούδια για λίγες μόνο δραχμές. Προκειμένου να έχει λεφτά για να παίξει πόκα. Αφού όπως έλεγε «το κουμκάν το παίζουν μόνο οι ανιαρές κωλόγριες».
Υπέγραφε μάλιστα και χαρτί με το οποίο παραιτούνταν από τα πνευματικά της δικαιώματα. Όπως έλεγε σε φίλους “σκάρωνε τα στιχάκια της μόνο για να έχει λεφτά για την τσόχα.”
Αυτή η αντισυμβατική προσωπικότητα και τα απίστευτα μελωδικά της πονεμένα ποιήματα έγραψαν μια ξεχωριστή σελίδα στην ελληνική λαϊκή μουσική.
Η ταινία «Ευτυχία»
Όλα αυτά τα γεγονότα μετέφερε στην οθόνη με την ταινία «Ευτυχία» και ο σκηνοθέτης Άγγελος Φραντζής. Αποτυπώνοντας όλα τα γεγονότα που σημάδεψαν την προσφυγοπούλα από το Αηδίνι της Μικράς Ασίας.
Στην ταινία ζωντανεύει η μυθοστορηματική ζωή της δασκάλας που γεννήθηκε στους κόλπους μιας ευκατάστατης οικογένειας στην Μικρά Ασία. Ξεριζώθηκε, έγινε πρόσφυγας, πάλεψε για τις ριζοσπαστικές της ιδέες και συζητήθηκε αρνητικά.
Όμως καθιερώθηκε σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο, απέκτησε σεβασμό και φήμη που την ακολουθεί έως και σήμερα και έγινε η πρώτη γυναίκα λαϊκή στιχουργός.
Η ταινία περιέχει ένα υπέροχο καστ ηθοποιών και είχε αρχίσει να συζητιέται ακόμη πριν προβληθεί το 2019. Την Ευτυχία υποδύεται η Κάτια Γκουλιώνη στα νεανικά της χρόνια και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στην ώριμη ηλικία της.