Fashion & Celebrities
Coco Chanel: Η ιέρεια του στυλ!
Η Coco Chanel (Κοκό Σανέλ), ήταν μια από τις διασημότερες σχεδιάστριες μόδας του 20ού αιώνα και ιδρύτρια του οίκου Chanel. Ήταν πάντα πρωτοπόρος στις ιδέες της και την γυναικεία μόδα, έτσι απέκτησε και τον τίτλο “ιέρεια του στυλ”!
Το πραγματικό όνομα της Coco Chanel ήταν Γκαμπριέλ και γεννήθηκε στις 19 Αυγούστου 1883. Το 1909, σε ηλικία 26 ετών, άνοιξε το πρώτο της κατάστημα στο Παρίσι, όπου σχεδίαζε και δημιουργούσε γυναικεία καπέλα. Λίγο αργότερα ίδρυσε τον γνωστό οίκο μόδας που παραμένει στην πρώτη γραμμή έως σήμερα. Το 1923 δημιούργησε το άρωμα “Chanel № 5” και εφηύρε το μικρό μαύρο φόρεμα.
Η η Coco Chanel (Gabrielle Bonheur Chanel) γεννήθηκε στο Saumur της Γαλλίας. Η μητέρα της ήταν πλύστρα και ο πατέρας της περιπλανώμενος πωλητής. Είχε μια αδερφή ένα χρόνο μεγαλύτερή και ακόμη τέσσερα μικρότερα αδέρφια (3 αγόρια και 1 αδερφή). Έντεκα χρονών έχασε τη μητέρα της και ο πατέρας της έστειλε τα κορίτσια σε ορφανοτροφείο σ μοναστήρι και τα αγόρια εργάτες σε κτήματα.
Επιζών μιας πενιχρής παιδικής ηλικίας και μεγαλώνοντας δύσκολα σε ένα μοναστήρι, είχε πολύ αυστηρή ανατροφή και εκπαίδευση. Οι δυσκολίες της ζωής της και ο στόχος για μια καλύτερη ζωή, την ώθησαν έτσι να ακολουθήσει έναν ριζικά διαφορετικό τρόπο ζωής.
Το όνομα και το ξεκίνημα
Έχοντας μάθει να ράβει στα έξι της χρόνια, αρχικά βρήκε δουλειά ως μοδίστρα και όταν δεν έραβε τραγουδούσε. Έπειτα η Gabrielle μαζί με τη μεγάλη της αδερφή εργάστηκαν σε καμπαρέ Moulins, όπου σύχναζαν αξιωματικοί του ιππικού. Έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή τραγουδώντας για να διασκεδάσει τους στρατιοτικούς.
Εκείνη την εποχή απέκτησε και το παρατσούκλι “Coco”. Η ίδια έλεγε ότι το παρατσούκλι της δόθηκε από τον πατέρα της. Κάποιοι υποστηρίζουν επιδή τραγουδούσε το τραγούδι “Qui qu’a vu Coco” (Ποιός είδε την κοκο). Άλλοι θεωρούν πως προήλθε από την λέξη “cocotte” (κοκότα) που ήταν οι ερωμένες των αριστοκρατών.
Έτσι η Coco εισέβαλε μέσω των εραστών της στους αριστοκρατικούς κύκλους όπου το 1912 γνώρισε τον επιχειρηματία Arthur “Boy” Capel. Αυτός την βοήθησε να ανοίξει το πρώτο κατάστημα καπέλων. Το 1913 ακολούθησε και δεύτερο, στην παραθαλάσσια τουριστική πόλη Deauville.
Πουλώντας ιδιαίτερα καπέλα και μια περιορισμένη γραμμή ενδυμάτων, τα καταστήματα Chanel ανέπτυξαν μια αφοσιομένη πελατεία. Οι μοντέρνες κυρίες της εποχής, έκαναν γρήγορα το πρακτικό και αθλητικό της ντύσιμο, μεγάλη επιτυχία. Το απλοϊκό και άκαμπτο φόρεμα των καλογριών και το περιβάλλον όπου μεγάλωσε επηρέασαν τα πρώτα σχέδια της.
Η πρωτοπορία
Ένα μεγάλο μέρος των δημιουργιών Chanel ήταν φτιαγμένο από ύφασμα jersey, ένα ύφασμα ασυνήθιστο και με ιδιαίτερη έμπνευση. Έως τότε το jersey ήταν συνήθως το βασικό ύφασμα για τα αντρικά εσώρουχα.
Με την οικονομική της κατάστασή επισφαλή κατά τα πρώτα έτη της σχεδιαστικής της σταδιοδρομίας, η Chanel προτίμησε το jersey αρχικά για το χαμηλότερο κόστος του. Στην συναίχεια, καθώς οι συμπεριφορά του συγκεκριμένου υφάσματος ήταν άριστη, η σχεδιάστρια συνέχισε να το χρησημοποιεί ακόμα και όταν η επιχείρησή της έγινε κερδοφόρα.
Το ύφασμα ζέρσευ έπεφτε πολύ ωραία στο σώμα και ταίριαζε παράλληλα στα σχέδια της Chanel, που ήταν απλά, πρακτικά και συχνά εμπνεσμένα από την αντρική ένδυση. Ειδικά από τις στρατιοτικές στολές που επικράτησαν κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, το 1914.
Η άνθηση με τον πόλεμο
Απ΄τη στιγμή που οι «έχοντες συνείδηση μόδας» πελάτες της πήγαν στο Παρίσι, στην αρχή του πολέμου, οι Βoutiques Chanel στο Deauville και στο Biarritz άρχισαν να ακμάζουν. Μαζί, αυτά τα δύο καταστήματα απασχόλησαν τότε πάνω από 300 άτομα.
Το νέο στυλ της Chanel, με τις boxy γραμμές και τις κοντές φούστες, που επέτρεπε στις γυναίκες να αφήσουν τους κορσέδες πίσω τους, τις ελευθέρωνε κινησιολογικά, για τις πρακτικές δραστηριότητες που γίνονται απαραίτητες από τον πόλεμο. Τα στοιχεία αυτών των πρόωρων σχεδίων έγιναν σφραγίδες του στυλ Chanel.
Η Chanel έννοιωσε μεγάλη υπερηφάνεια ως γυναίκα στο σχεδιασμό για άλλες γυναίκες, και μέχρι το 1919, στην ηλικία τριάντα δύο, απόλαυσε τεράστια επιτυχία, με πελάτες σε όλο τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Chanel δημιούργησε το -σε όλο τον κόσμο διάσημο- άρωμα της, το Νο 5. Σύντομα κατόπιν, στις αρχές του 1920 κατά τη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, με την οικονομική βοήθεια του Capel, μετέφερε τον οίκο ραπτικής της στο Παρίσι, στην οδό Cambon 31, ο οποίος παραμένει το κέντρο των διαδικασιών της επιχείρησης Chanel, ακόμα και σήμερα.
Η Coco Chanel εισήγαγε τις πλεκτές ζακέτες το 1925 και το «μικρό μαύρο φόρεμα» το 1926. Το 1931,η Chanel μισθώθηκε από τον Samuel Goldwin για ένα εκατομμύριο δολάρια για να ντύσει τα αστέρια του, συμπεριλαμβανομένων των Kathrine Hepburn, Grace Kelly, Elizabeth Taylor και Gloria Swanson. Αυτό διήρκεσε λίγο, εντούτοις, διότι πολλές στάρλετ της εποχής αρνήθηκαν την υπηρεσία της. Αργότερα εκείνη τη δεκαετία, πίσω στη γεννετηρα της, η Chanel σχεδίασε και ανέπτυξε μια σειρά κοσμήματων που εμπνεύστηκε από το «art deco» κινημα της τέχνης της δεκαετίας του 1930.
Η δράση της ως πράκτορας των Ναζί
Το 1939, στην αρχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Chanel έκλεισε τα καταστήματά της, είπε ότι δεν ήταν καιρός για μόδα. Ως αποτέλεσμα, 4.000 γυναίκες εργαζόμενες έχασαν τη δουλειά τους. Διατήρησε όμως το διαμέρισμά της που βρισκόταν πάνω από τον οίκο ραπτικής στη Rue de Cambon 31.
Πέρασε τα επόμενα δεκαπέντε έτη στην Ελβετία -όπου εξορίστηκε- λόγω της σχέσης της με έναν ναζιστικό ανώτερο υπάλληλο. Στην πορεία πέρασε μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1950 και της δεκαετίας του 1960 εργαζόμενη για διάφορα στούντιο του Hollywood, ντύνοντας σταρς όπως η Audrey Hepburn και η Anne Baxter. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου τα σχέδια της έγιναν πολύ δημοφιλή, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο τρόπος ζωής της Chanel, την τροφοδότησε με ιδέες για το πώς οι σύγχρονες γυναίκες πρέπει να δείχνουν, να ενεργούν και να ντύνονται. Η λεπτή, αγορίστικη φιγούρα της και και τα κοντά της μαλλιά έγιναν ιδανικό, όπως και το μαυρισμένο δέρμα της, ο δραστήριος τρόπος ζωής της και η οικονομική ανεξαρτησία της. Σε όλη τη σταδιοδρομία της, η Chanel πέτυχε στη συσκευασία και το μάρκετινγκ των προσωπικών της τοποθετήσεων, στυλ και ύφους, γεγονός που την κάνει έναν βασικό ρυθμιστή του γυναικείου γούστου καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Ήταν για μια ολόκληρη κοινωνία ένα παράδειγμα προς μίμηση. Πιο συγκεκριμένα…
Τα παντελόνια καμπάνες
Στην περίπτωση αυτή καθοριστικός παράγοντας ήταν η πρακτικότητα. Η Chanel φορούσε παντελόνια καμπάνα στη Βενετία για να μπαινοβγαίνει ευκολότερα στις γόνδολες και έτσι ξεκίνησε μια επανάσταση στο σχεδιασμό των παντελονιών.
Τα κοντά μαλλιά
Η επανάσταση αυτή, ήρθε απλά τυχαία. Αφού έκαψε τα μαλλιά της, τα έκοψε εντελώς και έκανε μία εμφάνιση στο Παρίσι, αρχίζοντας την τρέλλα με τα κοντοκουρεμένα μαλλιά. Όπως πάντα, κάθε ιδέα της Chanel προκαλούσε σεβασμό. Και το σημαντικότερο…
Το μαύρισμα από τον ήλιο
Αυτή ήταν, ίσως, η μεγαλύτερη ανατροπή που η σχεδιάστρια κατάφερε και μάλιστα άθελά της. Από την εποχή του Σαίξπηρ ακόμα, πριν από τη βιομηχανική επανάσταση, το λευκό δέρμα δήλωνε την υψηλή κοινωνική θέση. Η Ελισάβετ Α΄ πέθανε από τα άσπρα καλλυντικά μολύβδου. Στην Ευρώπη, κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου μέρους του 18ου και του 19ου αιώνα, το λευκό, άσπιλο δέρμα θεωρήθηκε ελκυστικό, ειδικά στις γυναίκες, δεδομένου ότι το μαυρισμένο δέρμα συνδέθηκε με τη χειρωνακτική εργασία σε ένα αγρόκτημα ή στην ύπαιθρο.
Η κατοχή του λευκού δέρματος δήλωνε ότι κάποιος ήταν αρκετά πλούσιος ώστε να μισθώνει άλλους για να κάνουν χειρωνακτική εργασία. Μετά την εμμονή δύο αιώνων, λοιπόν, το γεγονός αυτό έπρεπε να αλλάξει και άλλαξε όταν η Coco Chanel απόκτησε τυχαία ένα σκοτεινό μαύρισμα, κατά τη διάρκεια των διακοπών της στη γαλλική Ριβιέρα στηδεκαετία του 1920, αναφλέγοντας τη μανία μεταξύ των λευκών για το μαυρισμένο δέρμα.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960, η προηγούμενη κοινωνική σημασία ενός μαυρίσματος είχε αντιστραφεί και το επιχαλκωμένο δέρμα μεταξύ των λευκών δήλωσε συχνά την υψηλή κοινωνική θέση, τον πλούτο και την υγεία, ενδεχομένως για τον αντίθετο λόγο. Τώρα που οι περισσότερες εργασίες γίνονται μέσα σε κλειστούς χώρους, το μαύρισμα για τους λευκούς υποδηλώνει πλούτο, εφόσον απαιτείται ελεύθερος χρόνος για να το αποκτήσουν.
Σχεδιαστικές καινοτομίες
Η υψηλή κοινωνία ήταν αφοσιωμένη στη μόδα το 1900-1910. Μόνο οι πολύ πλούσιοι άνθρωποι εκείνης της εποχής μπορούσαν να εχουν κομμάτια υψηλής ραπτικής, διότι τα ρούχα αυτά ήταν χειροποίητα και η διαδικασία παραγωγής ήταν αργή, λεπτομερής και ακριβή. Γι’ αυτό οι περισσότεροι δεν είχαν τα λεφτά για να πληρώσουν αυτά τα ρούχα. Οι πλούσιοι ήλεγχαν την μόδα, γιατί η μόδα ήταν ένα σύμβολο του κοινωνικού status. Το συνηθισμένο στυλ ηταν εξωπραγματικό, οι γυναίκες φορούσαν πολλά ρούχα το ένα πάνω από το άλλο, για παράδειγμα σεμιζιέ, κορσέ, επικάλυμμα του κορσέ, μεγάλα εσώρουχα, φανελένια μεσοφόρια (τα οποία συνήθως ήταν και περισσότερα του ενός)… Το λεγόμενο New Look του Ντιόρ.
Γύρω στο 1908, ένα νέο στυλ στη μόδα ξεκίνησε. Η Chanel αντικατέστησε τον κορσέ με την άνεση και την καθημερινή κομψότητα. Τα σχέδιά της περιλάμβαναν τα απλά ταγέρ και φορέματα, τα γυναικεία παντελόνια, τα κοσμήματα κοστουμιών, τα αρώματα και τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Το κόνσεπτ ήταν η γυναικεία φιγούρα να φαίνεται φυσική. Οι γυναίκες ξεκίνησαν να κάνουν καριέρα σε διάφορους τομείς και είχαν ένα νέο τρόπο ζωής. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, οι γυναίκες ανέλαβαν τις δουλειές των αντρών και τα συνηθισμένα πομπώδη ρούχα εξαφανίστηκαν.
Μετά το πέρας του πολέμου, η μόδα της Chanel επηρεάστηκε από την καινούρια συμπεριφορά των γυναικών. Σύντομα, επεκτάθηκε και στην υψηλή ραπτική δουλεύοντας το ζέρσεϋ, η πρώτη στον γαλλικό κόσμο της μόδας. Μέχρι το 1920, ο οίκος της επεκτεινόταν συνεχώς, κάνοντας μόδα τοlook της, του μικρού αγοριού. Τα χαλαρά της σχέδια, οι κοντές φούστες και το casual ντύσιμο της, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με την μόδα του κορσέ που επικρατούσε τις προηγούμενες δεκαετίες. Η ίδια η Chanel ντυνόταν με ρούχα που έμοιζαν με αντρικά, πράγμα που προσάρμοσε και στις υπόλοιπες γυναίκες, οι οποίες το έβρισκαν απελευθερωτικό. Ο ίδιος ο Κριστιάν Ντιόρ είπε: « με ένα μαύρο πουλόβερ και δέκα σειρές μαργαριτάρια ξεσήκωσε την μόδα».
Τα μικρά καπέλα
Τα αγορίστικα σχέδιά της, λοιπόν, που ερχόντουσαν σε πλήρη αντίθεση με την Belle Epoque, που ήταν στη μόδα εκείνη την περίοδο, δεν περιορίζονταν στα ρούχα και για την ακρίβεια δεν ξεκίνησαν κι απ’ αυτά. Την πρώτη της σχεδιαστική απόπειρα την έκανε στα καπέλα, τα οποία και αναδιαμόρφωσε. Ενώ, μέχρι και τότε τα καπέλα ήταν πλατύγυρα και υπερβολικά, φορτωμένα με στολίδια, η Chanel επαναστάτησε σχεδιάζοντας (και φορώντας) καπέλα μικρά, απλής φόρμας και με στενό γείσο. Όταν ρωτήθηκε σχετικά με αυτό, είπε: «πώς μπορεί να λειτουργήσει το μυαλό κάτω από αυτές τις συνθήκες;». Και κάτι για το οποίο δεν μπορεί να κατηγορηθεί η ίδια είναι ότι δεν χρησιμοποιούσε το μυαλό της.
Το μικρό μαύρο φόρεμα
Η Chanel συνέχισε να δημιουργεί επιτυχείς εμφανίσεις και στυλ για τις γυναίκες κατά τη δεκαετία του ’20 και του ’30. Τη δεκαετία του ’20 διέδωσε το μικρό μαύρο φόρεμα, το οποίο έφερε πολλές για την εποχή καινοτομίες. Είχε κοντύνει το μήκος του, η μέση δεν ήταν πλέον ασφυκτικά στενή και η απλή μεταβλητότητά του, τού επέτρεπε να φορεθεί και την ημέρα και το βράδυ, ανάλογα με το είδος των αξεσουάρ που του προσέθετες. Ήταν το πρώτο ρούχο που διέθετε αυτό το προσόν. Αν και τα απλά μαύρα φορέματα προϋπήρχαν της Chanel, αυτά που αυτή σχεδίασε θεωρήθηκαν και θεωρούνται πρότυπα υψηλής ραπτικής. Το 1923, η σχεδιάστρια είπε στο Harper’s Bazaar ότι “η απλότητα είναι η κεντρική ιδέα όλης της αληθινής κομψότητας”, ενώ το 1926, η αμερικανική Vogue παρομοίασε «το μικρό μαύρο φόρεμα» της Chanel με το Ford, υπαινισσόμενη τη σχεδόν καθολική δημοτικότητά του και την καθιέρωση του στη μόδα ως βασικό στοιχείο της. Στην πραγματικότητα, η έννοια του φορέματος κατάλληλου για την ημέρα και το βράδυ έγινε και μια βάση για την ίδια τη Chanel, καθ’ όλη τη διάρκεια των επόμενων εποχών και ένα κλασικό κομμάτι της ένδυσης των γυναικών του εικοστού αιώνα. Για τις βραδυνές εμφανίσεις, το φόρεμα συνοδευόταν από μία σειρά κοσμημάτων…
Τα κοσμήματα
Η μοναδική της αίσθηση περί μόδας αντικατοπτριζόταν και στα σχέδια που έκανε και για τα κοσμήματα. Η καινοτομία της ήταν πως συνδύαζε πραγματικές με ψεύτικες πέτρες. Για άλλη μια φορά, παρασυρόταν στο σχεδιασμό από τα προσωπικά της πάθη και προτιμήσεις. Στα κοσμήματά της επαναλάμβανε, πολλές φορές, τη φόρμα της καμέλιας, που ήταν το αγαπημένο της λουλούδι.
Το άρωμα Νο.5
Το διάσημο άρωμά της, το Chanel No.5, ήταν το πρώτο που βγήκε στην αγορά από σχεδιαστή ρούχων στην ιστορία της αρωματοποιϊας και οι ευθείες γραμμές του μπουκαλιού, το έκαναν να ξεχωρίζει από τα άλλα επιδεικτικά μπουκάλια αρωμάτων της εποχής εκείνης. Το Νο. 5 λέγεται ότι ήταν ο τυχερός αριθμός της Coco, εντούτοις η ονομασία του αρώματος επιλέχτηκε πραγματικά, επειδή ήταν το πέμπτο δείγμα. «Το Chanel No5 ακόμα ταξινομείται ανάμεσα στα πέντε κορυφαία εμπορικά σήματα οποιουδήποτε σημαντικού καταστήματος», λέει ο Jean Hoehn Zimmerman, ανώτερο εμπορικό στέλεχος της Chanel, «η επιτυχία του οποίου οφείλεται στο άρωμα το ίδιο και την πολύ δημιουργική διαφήμιση πίσω από αυτο.” Προς το τέλος της δεκαετίας του ’50, η Mέριλιν Μονρό αποκάλυψε ότι το Chanel Νο.5 ήταν το αγαπημένο της άρωμά. Όταν ρωτήθηκε τι φορούσε στο κρεβάτι, αυτή απάντησε “δύο σταγόνες του Chanel Νο.5”. Ένα μπουκάλι Chanel Νο. 5 πωλείται κάθε 30 δευτερόλεπτα. Η Chanel το εισήγαγε το 1922. Από τότε έγινε και παρέμεινε δημοφιλές και παραμένει ένα κερδοφόρο προϊόν της επιχείρησης Chanel. Ο Pierre Wertheimer έγινε συνεργάτης της στην επιχείρηση αρώματος το 1924. Ο Wertheimer ήταν κύριος μέτοχος της επιχείρησης κατά 70%. Η Coco Chanel έλαβε το 10% και ο φίλος της Bader το 20%. Ο Wertheimer συνεχίζει να ελέγχει την επιχείρηση αρώματος μέχρι και σήμερα. Με το μείγμα του ylang-ylang και γιασεμιού (που καλλιεργούνται σε ειδικά λιβάδια, στη Γαλλία, που είναι στην κατοχή της εταιρείας), το διακριτικό art deco μπουκάλι και τη μινιμαλιστική συσκευασία του, το No5 παραμένει ένα ανεξίτηλο σύμβολο του οίκου Chanel και του δυτικού πολιτισμού αυτού του αιώνα. Η chanel αγαπούσε να αναφέρει την έκφραση του ποιητή Paul Valery που είπε ότι “μια άσχημα αρωματισμένη γυναίκα δεν έχει κανένα μέλλον.” Τρία τέταρτα ενός αιώνα αργότερα, το No5 προφανώς συνεχίζει να είναι μια προστασία ενάντια σ’ αυτή τη μοίρα.
Το ταγέρ Chanel
Οτιδήποτε και αν είναι, είτε ένα ταγέρ του 30, είτε του 60, το κλασικό ταγέρ Chanel έχει τις “boxy” -τετράγωνες- γραμμές. Το χαρακτηριστικό ταγέρ της, επίσης, έχει λεπτή και συγκεκριμένη πλέξη (που είναι μια μοναδική τεχνική αργαλειού), ενώ το σακάκι ευθυγραμμίζεται με τη φούστα και έχει μαύρα τελειώματα. Τα κουμπιά είτε μοιάζουν με νομίσματα, είτε είναι χρυσά με το διπλό λογότυπο των “CC” να επιδεικνύεται πάνω τους και συνδυάζονται με μεγάλα μαργαριταρένια περιδέραια κοστουμιών. Υπάρχει πάντα ένα ζωνάρι που ράβεται στη μέση της φούστας, για να αποτρέπεται η μπλούζα από την ολίσθηση και το φερμουάρ τοποθετείται στην πλευρά της φούστας για να είναι πιο άνετη. Από μία άποψη, το να φοράει κάποιος ένα ταγέρ Chanel, είναι όπως το να φοράει ένα οποιοδήποτε άλλο περίκομψο ταγέρ, το οποίο, όμως, έχει φτιαχτεί ειδικά για να ταιριάζει στις κινήσεις αυτού που το φορά και να διατηρεί την τέλεια χάρη του και την κομψότητά του. Το γνωστό, αυτό, ταγέρ της Chanel, που προωθήθηκε το 1923, περιλάμβανε μια φούστα στο μήκος του γόνατου (για πρώτη φορά στην ιστορία της γυναικείας μόδας, οι γυναίκες έδειχναν τους γυμνούς τους αστραγάλους σε δημόσια θέα – οι άνθρωποι είχαν εκπλαγεί από αυτό το νέο στυλ) ή παντελόνι για γυναίκες, δημιουργώντας το πρωτοποριακό για την εποχή ανδρόγυνο στυλ, το οποίο, επίσης, περιλάμβανε το γυναικείο πουκάμισο και τη γραβάτα, που κανένας άλλος σχεδιαστής δεν είχε τολμήσει να χρησιμοποιήσει. Τα ταγέρ αυτά, εξαφάνιζαν την γυναικεία μέση και διέθεταν απλότητα. Τα ταγέρ της ταίριαζαν στον τρόπο ζωής των ανθρώπων και δεν ήταν απλά μόδα. Η ίδια έλεγε «φτιάχνω ρούχα μέσα στα οποία οι γυναίκες μπορούν να ζουν, να αναπνέουν, να αισθάνονται άνετα και να φαίνονται νεότερες». Το σκεπτικό πίσω από αυτά βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με το σκεπτικό που έφτιαχναν τα ρούχα πριν από αυτήν. Το Μάιο του 1916, η Chanel εισήγαγε τα ζέρσεϋ ταγέρ. Το ζέρσεϋ είναι ένα μαλακό και ελαστικό ύφασμα, το οποίο χρησιμοποιείτο μόνο για τα εσώρουχα των αντρών, πριν εκείνη το χρησιμοποιήσει στα ταγέρ της, γιατί η εμφάνισή του και η κίνησή του το καθιστούσαν δύσκολο στο χειρισμό. Λόγω των συνθηκών του πολέμου, η Chanel το υιοθέτησε σαν υλικό υψηλής ραπτικής. Σήμερα το μέσο κόστος ενός κοστουμιού Chanel είναι $5.000 και μπορεί να αγοραστεί μόνο σε Chanel boutiques ή σε πολυτελή καταστήματα. Οι λεπτομέρειες, όπως τα έξοχα υφάσματα, το προσεγμένο κόψιμο και το ράψιμο στο χέρι συμβάλλουν στο υψηλό κόστος. Η Chanel ήταν σταθερός οπαδός της άποψης ότι, εάν οι δαπάνες κόστους των προϊόντων της ήταν υψηλές, κατόπιν τα εμμονικά, τέλεια σχέδιά της θα εκτιμούνταν αληθινά.
Η καπιτονέ τσάντα με την αλυσίδα
Η καινοτομία της συγκεκριμένης τσάντας (για την οποία πηρε το Neiman Marcus award) ήταν αφ’ ενός η ειδική επεξεργασία που είχε υποστεί το δέρμα και αφ’ ετέρου η ευφάνταστη εισαγωγή της αλυσίδας στη γυναικεία ένδυση και αξεσουάρ.
Το total look
Η Chanel ήταν η πρώτη σχεδιάστρια που έφερε τη μονοχρωμία στην εξωτερική εμφάνιση δημιουργώντας το total look.
Προϊόντα μακιγιάζ
Επίσης, ήταν η πρώτη σχεδιάστρια στην ιστορία της μόδας που σχεδίασε συσκευασίες προϊόντων μακιγιάζ.
Το casual ντύσιμο
Η Chanel έφερε και το casual ντύσιμο στις γυναίκες δημιουργώντας για πρώτη φορά γυναικεία πουλόβερ (διακοσμημένα συνήθως με χάντρες) και τις διάσημες δίχρωμες μπαλαρίνες της (μπεζ με μαύρη μύτη). Τέλος, η ίδια εισήγαγε το ethnic ντύσιμο.
Το ethnic ντύσιμο
Αυτό το στυλ ένδυσης περιλάμβανε μια σειρά ρούχων επηρεασμένων από την Ασία, μια άλλη που αποκάλυπτε το gypsy look και σαν αξεσουάρ χρησιμοποιούνταν κατά βάση τα ντραπέ τουρμπάνια.
“Μια γυναίκα οφείλει να είναι δυο πράγματα: αριστοκρατική και υπέροχη!”
“Εάν είσαι θλημένη, βάλε μια έντονη δόση κραγιόν και πέρνα στην επίθεση!”
“Με στόχο να γίνεις ανανικατάστατη πρέπει πάντα να είσαι διαφορετική!”
“Υπάρχει ο χρόνος για δουλειά και υπάρχει ο χρόνος για αγάπη και έρωτα, έτσι δεν υπάρχει χρόνος για τίποτε άλλο!”
“Η μόδα δεν υπάρχει μόνο στα ρούχα, υπάρχει στον ουρανό, στη φύση και στο δρόμο. Μόδα είναι η ιδέα, ο τρόπος που ζεις και τι σε περιβάλει!”
Coco Chanel
Η Coco Chanel απεβίωσε στις 10 Ιανουαρίου 1971 στη Λωζάνη της Ελβετίας και ήταν μόνη στην έπαυλή της. Πριν από το θάνατό της, ένα κοστούμι της μια βραδινή τουαλέτα της κόστηζε τουλάχιστον $12.000.