Πρόσωπα
Το πιο λαμπερό πρόσωπο, το πιο φωτεινό χαμόγελο! Αλίκη….
“Φαινόμενο τη λένε όλοι σχεδόν οι γύρω από το θέατρο. Και μερικοί εννοούν ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο ανεξήγητο. Μα η εξήγηση είναι απλή. Η φύση τής χάρισε ένα ταλέντο που αυτή σαν τον αγαθό δούλο του Ευαγγελίου το καλλιέργησε με μια αφοσίωση και ένα πάθος ασίγαστο και δημιουργικό. Δούλη της τέχνης της, κατόρθωσε να γίνει αφέντρα της σκηνής. Και να μείνει πάνω σ’ αυτό εδώ το χώρο της μαγείας και της ποίησης μια αδιαφιλονίκητη πρώτη κυρία”. ( Γεώργιος Ρούσσος, συγγραφέας, προλογίζοντας την πανηγυρική 200ή παράσταση του ”Cabaret”, απόσπασμα)
Η Αλίκη Σταματίνα Βουγιουκλάκη 20 Ιουλίου 1934 – 23 Ιουλίου 1996, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός. Η Βουγιουκλάκη έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1953 με το έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με την ταινία Το Ποντικάκι. Ακολούθησαν πολλές ταινίες, οι περισσότερες των οποίων έγιναν τεράστιες εισπρακτικές επιτυχίες και κατάφεραν να εκτινάξουν την καριέρα της στα ύψη και να της δοθεί ο χαρακτηρισμός “Εθνική Σταρ”. Υπήρξε ίσως η δημοφιλέστερη ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.
Το 1960, της απονεμήθηκε το Βραβείο ερμηνείας Α’ Γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1960 για την ερμηνεία της στην κινηματογραφική ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 στο Μαρούσι Αττικής στην Αθήνα από τους Ιωάννη Βουγιουκλάκη, πρώην Νομάρχη Αρκαδίας και νομικό, και Αιμιλία Κουμουνδούρου. Η οικογένειά της κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ο πατέρας της δολοφονήθηκε και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη Βουγιουκλάκη.
Το 1952 έδωσε κρυφά από την οικογένειά της εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια μετά με Λίαν Καλώς. Προτού ακόμη αποφοιτήσει από τη Σχολή ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το θέατρο. Ο πρώτος της θεατρικός ρόλος ήταν στο έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου το 1953 και η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία Το Ποντικάκι το 1954. Σύντομα καθιερώθηκε στο χώρο και λόγω της εξαιρετικής δημοτικότητας που απέκτησε στο ευρύ κοινό ονομάστηκε (από τον Φιλοποίμενα Φίνο αρχικά) “Εθνική Σταρ” της Ελλάδας.
Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α’ Γυναικείου ρόλου στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις.
Το 1961 η Αλίκη Βουγιουκλάκη συγκρότησε τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα Καίσαρ και Κλεοπάτρα, Χτυποκάρδια στο θρανίο κ.α. Αργότερα γνωρίστηκε με τον Φιλοποίμενα Φίνο και άρχισε μια μόνιμη συνεργασία με την εταιρία του, τη Φίνος Φιλμ. Μαζί έκαναν μερικές από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου, ανάμεσά τους οι ταινίες Η Αλίκη στο ναυτικό, Η Λίζα και η άλλη, Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια, Η Μαρία της Σιωπής, Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας, Το κορίτσι με τα παραμύθια, Διακοπές στην Αίγινα, Έρωτας στους αμμόλοφους, Αστέρω, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Υπολοχαγός Νατάσσα και Η ψεύτρα. Οι ρόλοι της, κατά κανόνα της χαριτωμένης σκανδαλιάρας κοπέλας, είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό και εξασφάλισαν στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα ενώ η ταινία Υπολοχαγός Νατάσσα ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τρεις δεκαετίες ενώ και οι δύο επόμενες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στη Βουγιουκλάκη.
Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε τη Βουγιουκλάκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο. Το 1975 αλλάζει τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον Καμπίρια. Ανέβασε επίσης με μεγάλη επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως το Καμπαρέ, Ωραία μου κυρία, Τζούλια και Εβίτα με τελευταίο το μιούζικαλ Η μελωδία της ευτυχίας.
Ο Αλέξης Σολωμός υπήρξε ο πρώτος σύντροφός της και αμέσως επόμενος ο Μάριος Πλωρίτης. Μεταξύ των δεσμών της ήταν και αυτός με τον τότε διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο, η σχέση τους όμως διακόπηκε από τη Φρειδερίκη.
Στις 18 Ιανουαρίου 1965 παντρεύτηκε με το Δημήτρη Παπαμιχαήλ, συμφοιτητή της στη Δραματική Σχολή και στις 4 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε ο γιος τους, Γιάννης. Μαζί πρωταγωνίστησαν σε πολλά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα, από τα πιο εμπορικά και πετυχημένα στην ιστορία του ελληνικού θεάματος. Στις 5 Ιουλίου 1975, οι δύο ηθοποιοί πήραν διαζύγιο, επισήμως λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων.
Η Βουγιουκλάκη έκανε ένα δεύτερο γάμο το 1980 με τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη, ο οποίος έμεινε μυστικός για πολλά χρόνια μετά τη λήξη του. Η τελετή έγινε κυριολεκτικά στο κέντρο της Αθήνας (στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών) και το γεγονός αποκάλυψε το 1993 η ίδια σε συνέντευξή της στον Νίκο Χατζηνικολάου στην τηλεοπτική εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω. Τελευταίος σύντροφος της ζωής της για μια δεκαετία (1986 – 1996) ήταν ο ηθοποιός Κώστας Σπυρόπουλος.
Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου “Η μελωδία της ευτυχίας”, η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις σε ένα ιατρικό διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 29 Απριλίου, οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου.
Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διαπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ.
Στις 7 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ταξιδεύει στο Μόναχο, όπου υποβάλλεται σε μια σειρά επιπλέον εξετάσεων κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινε εκεί. Στις 9 Μαΐου, επιστρέφει στην Ελλάδα από το Μόναχο της Γερμανίας.
Στις 15 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη κάνει το τελευταίο της ταξίδι στη Βοστόνη των Η.Π.Α. σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της.
Στις 19 Μαΐου επιστρέφει οριστικά στην Αθήνα και στις 22 Μαΐου μπαίνει στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με δική της πρωτοβουλία.
Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη πέθανε στις 23 Ιουλίου 1996 στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών μετά από τη σύντομη και άνιση μάχη που έδωσε με τον καρκίνο. Ο θάνατός της, μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, βύθισε στο πένθος ολόκληρο τον Ελληνισμό. Στις 25 Ιουλίου 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της αλλά και απλού κόσμου, παρά την αποπνικτική ζέστη που επικρατούσε.