Πρόσωπα

Μαρία Κάλλας: O μύθος της παγκόσμιας μουσικής!

Συντάκτης  | 

Η Μαρία Κάλλας (Νέα Υόρκη, 2 Δεκεμβρίου 1923 – Παρίσι 16 Σεπτεμβρίου 1977) υπήρξε κορυφαία υψίφωνος και η πλέον γνωστή παγκοσμίως ντίβα της όπερας.
H Μαρία Αννα Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Ν. Υόρκη – την ίδια χρονιά που οι γονείς της μετανάστευσαν στις Η.Π.Α.

Από νωρίς εκδηλώνει το μεγάλο ταλέντο της στη μουσική και το 1931 ξεκινά μαθήματα πιάνου και σολφέζ. Την πρώτη της επαφή με τη μουσική την αποδεικνύει μια μαγνητοταινία από το 1935, στην οποία η Κάλλας με το ψευδώνυμο Νίνα Φορέστι μιλάει και κατόπιν τραγουδάει την άρια “un bel di vedremo” από τη Μαντάμ Μπάτερφλάϊ.

Το 1937 η Μαρία Κάλλας επιστρέφει με τη μητέρα της στην Ελλάδα και έχοντας ήδη εκδηλώσει τα φωνητικά της χαρίσματα γίνεται δεκτή δωρεάν από το Εθνικό Ωδείο και φοιτά στην τάξη της Μαρίας Τριβέλλα. Η πρώτη καθοριστική επιρροή της όμως προήλθε στο διάστημα 1939-1943 όταν φοιτούσε στο Ωδείο Αθηνών από την καθηγήτρια της Elvira de Hidalgo. Η διδασκαλία της – η οποία συχνά κρατούσε από το πρωί μέχρι το βράδυ – θεωρείται ότι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής της προσωπικότητας. Για τη χρυσή φωνή ο κριτικός Ζακ Μπουρζουά σημείωσε πως “είναι σαν την Ακρόπολη: όλο και πιο ωραία όσο φθείρεται”. Ακόμη και μετά το θάνατό της, το 1977, ζει στις μνήμες όλων ως μια ανεπανάληπτη υψίφωνος αλλά και ως μια μεγάλη ηθοποιός που διέγραψε εκθαμβωτική τροχιά στον κόσμο της όπερα.

Το 1939 ερμηνεύει τη Santuzza στην “Cavalleria Rusticana” σε μαθητική παράσταση του Ωδείου Αθηνών. Το 1940 εμφανίζεται με το Ωδείο ως Αμέλια στο “Un Ballo in Maschera” και ως Aida στην ομώνυμη όπερα του Verdi. Στις 27 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου πραγματοποιεί την πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση με τη Λυρική Σκηνή όπου γίνεται η Βεατρίκη στο “Boccaccio” του Suppe. Για τα επόμενα πέντε χρόνια (1940 – 1945) συνεργάζεται με τη Λυρική Σκηνή. Τραγουδά Tosca, Cavalleria, τη Σμαράγδα στον “Πρωτομάστορα” του Μ.Καλομοίρη, τη Μάρθα στο “Tiefland” του d’ Albert και τη Leonora στο “Fidelio”. Στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη εντυπωσιακή της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με την “La Gioconda” του Ponchielli. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη στη Βενετία. Το 1948 θριαμβεύει με το Turandot. Ο ένας θρίαμβος διαδέχεται τον άλλο. Το 1949 εμφανίζεται στο Buenos Aires με τη Norma στο Theatro Collon. Το 1950 στο Μεξικό γίνεται Leonora στο “Il Trovatore”, Fiorila στο “Il Turco in Italia” στη Ρώμη, Traviata στο Communale της Φλωρεντίας. Τον ίδιο χρόνο πάλι στο Communale της Φλωρεντίας ερμηνεύει την Ελένη στο “I Vespri Siciliani” και την Ευρυδίκη στο “Ορφέας και Ευρυδίκη”. Στις 2 Απριλίου 1952 πρωτοεμφανίζεται στη Σκάλα του Μιλάνου ως Κοστάντζα στο “Die Entfuehrung aus dem Serail” του Mozart. Τραγουδάει Armida στη Φλωρεντία, Lucia και Jilda στο “Rigoletto” στο Μεξικό, και Lady Macbeth στο “Macbeth” στη Σκάλα. Το 1953 στο Μουσικό Μάιο της Φλωρεντίας ερμηνεύει εκπληκτικά τη Μήδεια στην ομώνυμη όπερα του Cherubini. Οι τίτλοι, φυσικά, δεν σταματούν εδώ. Η εκπληκτική της πορεία συνεχίζεται….

Για έξι χρόνια (1954-1960) κυριαρχεί στη Σκάλα του Μιλάνου. Η καριέρα της απογειώνεται. Γίνεται Άλκηστη, Ελισάβετ στο “Don Carlos”, Julia στο “La Vestale”, Madalena στο “Andrea Chenier”, Rozina στο “Il Barbiere di Siviglia”, Fedora, Anna Bolena, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Amelia στο “Un Ballo in Maschera”, Ιμογένη στο “Il Pirata” και Paulina στο “Poliuto”. Η παράσταση της “Traviata” το 1955 σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι υπήρξε θριαμβευτική. Το 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Φεστιβάλ Αθηνών. Το 1960-61 τραγουδάει στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου Νόρμα και Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 αποθεώνεται σαν Μήδεια με σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Το 1964 σημειώνει νέο καλλιτεχνικό θρίαμβο στην Όπερα του Παρισιού με τη Νόρμα. Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας. Είναι στο Covent Garden του Λονδίνου με την “Tosca” σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Το 1970 γυρίζει σε ταινία τη “Μήδεια” σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Το 1973 κλείνει την καριέρα της με το Giuseppe di Stefano να σκηνοθετεί το “I Vespri Siciliani” του Verdi. Η 8η Δεκεμβρίου 1973 θεωρείται η τελευταία της δημόσια εμφάνιση όπου η Μαρία Κάλλας τραγούδησε άριες στην όπερα του Παρισίου. Εκείνη την ημέρα το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές. Η κραυγή “Viva Maria” συγκλόνιζε την αίθουσα όσο οι ανθοδέσμες έπεφταν στη σκηνή. Πρόκειται πραγματικά για μια ανεπανάληπτη, εξαιρετική καλλιτεχνική σταδιοδρομία από την οποία δεν είναι δυνατό να παραλειφθεί τίποτα. Οι επιτυχίες της Κάλλας δημιουργούν ως ψηφίδες το ψηφιδωτό της μοναδικότητάς της. Υπήρξε μοναδική προσωπικότητα.

Γι αυτήν ο Antonio Gringielli, 24 χρόνια διευθυντής της Σκάλα του Μιλάνου, αυτός που γνώρισε και συμβούλευσε καλλιτεχνικά τη μεγάλη λυρική τραγωδό είπε πως “Η Μαρία Κάλλας δεν έχει δύσκολο χαρακτήρα, απλώς έχει χαρακτήρα με προσωπικότητα”. Η προσωπική ζωή της Μαρίας Κάλλας έθρεψε ακόμη περισσότερο το μύθο της. Η εμμονή της με τη δίαιτα και κυρίως ο έρωτας της για τον Αριστοτέλη Ωνάση και η 9ετής σχέση τους, υπήρξαν συνεχής σχεδόν τροφή των κοσμικογράφων της εποχής – οι οποίοι ναι μεν συνέβαλαν στη δημιουργία του μύθου της αλλά παρακολουθούσαν με ασφυκτικό μερικές φορές τρόπο, την προσωπική της ζωή. Ο γάμος της με τον κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της βιομήχανο Giovanni Battista Meneghini το 1949 αλλά και η θέση άλλων ανδρών στη ζωή της όπως ο Pier Paolo Pasolini και ο τενόρος Giuseppe di Stefano απασχόλησαν την κοινή γνώμη.

Ο θάνατος από καρδιακή προσβολή στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο διαμέρισμά της στο Παρίσι μοιάζει με γεγονός που δεν συνέβη ποτέ. Το σώμα της αποτεφρώθηκε και η τέφρα της ρίχθηκε στη θάλασσα του Αιγαίου. Τα καταγάλανα νερά έγιναν ο μόνιμος και αιώνιος τόπος κατοικίας της.

Η ίδια η Μαρία Κάλλας εκμυστηρεύεται στην τελευταία της συνέντευξη: “Ξέρεις, είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες”. Μέσα από τις συνεντεύξεις και τις βιογραφίες της, αποκαλύπτεται η ανθρώπινη ευαίσθητη πλευρά της Μαρία Κάλλας, της γυναίκας που αγαπήθηκε, θαυμάστηκε και αποθεώθηκε.

Η ζωή της Μαρίας Κάλλας υπήρξε ασύγκριτη, μοναδική και ανεπανάληπτη σαν κι αυτή την ίδια. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι έχουν ταυτίσει το όνομά της με την όπερα και το λυρικό θέατρο, ενώ ρόλοι όπως αυτός της Μήδεια για παράδειγμα, είναι δύσκολο να γίνουν πλέον αποδεκτοί με διαφορετική ερμηνεία. Η εικόνα της Μαρία Κάλλας ενσαρκώνει την “απόλυτη Ντίβα” – και κατ’ αυτό τον τρόπο η μορφή της θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στις καλύτερες σελίδες της παγκόσμιας μουσικής ιστορίας.

Πηγή: Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών

Μια ομάδα ανθρώπων με κοινή αισθητική, πολλές ανησυχίες, ποικιλία απόψεων και λάτρεις του lifestyle! • • ҉ • • Design your life! • • ҉ • • Enjoy every moment! • • ҉ • • Discover our world!

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *