Ταξίδια & Τουρισμός
Μουσείο Ερμιτάζ
Αποτελεί το μεγαλύτερο και ένα από τα παλαιότερα μουσεία στον κόσμο, καθώς και ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Αγίας Πετρούπολης. Αν και δεν είναι τόσο διάσημο όσο του Λούβρου –που πολλοί το θεωρούν μεγαλύτερο- τα συνολικά εκθέματα που φιλοξενεί αγγίζουν τα 3.000.000!!!
Στα αξιοθέατά του περιλαμβάνεται η συλλογή έργων δυτικοευρωπαϊκής τέχνης με έργα των Λεονάρντο ντα Βίντσι, Ωγκύστ Ροντέν, Πάμπλο Πικάσο, Ανρί Ματίς, Πωλ Γκωγκέν, Πωλ Σεζάν, Κλωντ Μονέ, Ρέμπραντ και άλλων. Φιλοξενούνται ακόμα εκθέματα από την αρχαία Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Ρώμη, καθώς και μεγάλες συλλογές ειδών κοσμηματοποιίας.
Η λέξη Ερμιτάζ (hermitage) είναι γαλλική, εκ παραφθοράς της ελληνικής λέξης ερημητήριο. Με τον όρο αυτό αποκαλούσαν οι Γάλλοι οποιαδήποτε εξοχική ή απόκεντρη κατοικία κυρίως για μονήρη ανάπαυση ή αναψυχή.
Το Ερμιτάζ ιδρύθηκε ουσιαστικά από την Μεγάλη Αικατερίνη στα 1764, επί σχεδίων του Γάλλου αρχιτέκτονα Βαλλέν ντε λα Μοντ όταν απέκτησε μαζικά 200 έργα ζωγραφικής. Τα χειμερινά ανάκτορα έτειναν να γίνουν ένα θησαυροφυλάκιο της τέχνης. Ρώσοι πρέσβεις έλαβαν στη συνέχεια εντολή να αγοράσουν τις σημαντικότερες συλλογές έργων τέχνης που προσφέρονταν προς πώληση.
Μετά το θάνατο της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας, τα χειμερινά ανάκτορα εγκαταλείφθηκαν ως αυτοκρατορική κατοικία από τον διάδοχο της, Πέτρο Α’, ο οποίος δεν στήριξε την ενίσχυση του μουσείου, εμπλουτίζοντας τη συλλογή του μόνο με δύο νέους πίνακες. Αντιθέτως, οι διάδοχοί του, έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στο Ερμιτάζ και τα επόμενα χρόνια, επί αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου Α’ και του Νικολάου Α’ η συλλογή έργων του εμπλουτίστηκε σημαντικά με νέα έργα τέχνης, καλύπτοντας ακόμα και περιόδους της αρχαιότητας. Προκειμένου να στεγαστούν κατάλληλα, ο Νικόλαος Α’ παρήγγειλε στον Γερμανό αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε, που είχε χαράξει το σχέδιο της Αθήνας ως νέας πρωτεύουσας), την κατασκευή ενός νέου κτιρίου (Νέο Ερμιτάζ), το οποίο εγκαινιάστηκε τελικά στις 5 Φεβρουαρίου του 1852 και αποτέλεσε το πρώτο μουσείο της Ρωσίας, ανοιχτό σε επισκέπτες.
Editor: Κατερίνα Π.