Τέχνη & Πολιτισμός
Αποκαλύφθηκε η «οικία Κοκοβίκου» του 1800, στην Πλάκα
Η μεταλλική περίφραξη που έκρυβε για χρόνια την περίφημη «οικία Κοκοβίκου» του ελληνικού κινηματογράφου αφαιρέθηκε.
Ένα από τα πιο διάσημα σπίτια του ελληνικού κινηματογράφου, η «οικία Κοκοβίκου», αποκαλύφθηκε πριν λίγο καιρό στην οδό Τριπόδων στην Πλάκα. Εκεί, το 1965 γυρίστηκε η πολύ γνωστή σε όλους ελληνική ταινία «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα». Ο ψηλός μεταλλικός τοίχος που έκρυβε για πολλά χρόνια το κτίριο αφαιρέθηκε πρόσφατα και πλέον οι περαστικοί σταματούν για να θαυμάσουν το σπίτι του Αντωνάκη και της Ελενίτσας.
Η ιστορία για την «οικία Κοκοβίκου» ξεκινά πολύ πριν την εμφάνισή του στην μεγάλη οθόνη.
Συγκεκριμένα πρόκειται για ένα από τα πιο παλιά αθηναϊκά σπίτια και συγκαταλέγεται στα ελάχιστα δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής από την τελευταία περίοδο της τουρκικής κατοχής.
Το σπίτι κατασκευάστηκε γύρω στο 1800 και ως πρώτος ένοικος του αναφέρεται ο τελευταίος Τούρκος δικαστής ενώ κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν πως υπήρξε έδρα της τουρκικής στρατιωτικής διοίκησης. Μετά την απελευθέρωση το κτίριο άλλαξε πολλούς ενοίκους ενώ κάποια περίοδο στέγασε και ιδιωτικό σχολείο.
Το 1965 ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γιώργος Τζαβέλλας το επέλεξε για να φιλοξενήσει τα γυρίσματα της ταινίας του, η οποία μάλιστα προβλήθηκε και στο εξωτερικό, κερδίζοντας βραβείο σε φεστιβάλ του Σικάγο. Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι Μάρω Κοντού-Γιώργος Κωνσταντίνου παντρεύεται στο σπίτι της οδού Τριπόδων και αυτό γίνεται το φόντο για μερικές από τις πιο εμβληματικές σκηνές της ταινίας. Όπως το καπέλωμα του συζύγου και… η φυγή του μετά καπελακίου.
Μια ματιά στο μπαλκόνι, την αυλή και την μακριά σκάλα θα σας θυμίσει αμέσως ατάκες του φιλμ.
Ο γνωστός αρχιτέκτονας Άρης Κωνσταντινίδης στο βιβλίο του «Τα παλιά αθηναϊκά σπίτια» αναφέρεται στο οίκημα της Τριπόδου χαρακτηρίζοντας τα κτίρια τέτοιου είδους ως «δοχεία ζωής» που διαμορφώνονταν από ανώνυμους χτίστες και είχαν ως σημείο αναφοράς την αυλή.
Το σπίτι απαλλοτριώθηκε το 1979 για αρχαιολογικούς σκοπούς. Λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα του, χαρακτηρίστηκε το 1995 ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού και δύο χρόνια αργότερα παραχωρήθηκε η χρήση του στην ΕΣΗΕΑ.
Στις αρχές του 2000 ξεκίνησαν ανασκαφές στην αυλή και στο εσωτερικό του που αποκάλυψαν αρκετά ευρήματα από την κλασική εποχή αλλά και το Βυζάντιο.
Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2014 ανακοινώθηκε η απόφαση εκποίησης του στο πλαίσιο αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας μέσω του ΤΑΙΠΕΔ.
Μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσε η είδηση της εκποίησης, δεν εμφανίστηκε καμία προσφορά εξαγοράς του στην ηλεκτρονική δημοπρασία και το σπίτι έμεινε αναξιοποίητο και πρόσφατα κρυμμένο πίσω από μαντρότοιχο.