Men's world
Lamborghini Espada: Το σπαθί των ταυρομάχων
Η Lamborghini Espada ήταν ένα τετραθέσιο κουπέ αυτοκίνητο μεγάλου τουρισμού που κατασκευαζόταν από την ιταλική φίρμα Lamborghini από το 1968 έως το 1978. Το όνομά της σημαίνει «Σπαθί» στα ισπανικά και παραπέμπει στο ξίφος που χρησιμοποιούν οι ταυρομάχοι για να σκοτώνουν τους ταύρους στις αρένες…
H Espada είχε σχεδιαστεί από τον Marcello Gandini για λογαριασμό του σχεδιαστικού οίκου Bertone. O Gandini άντλησε έμπνευση από τα δυο show cars του Bertone από το 1967, τη Lamborghini Marzal και την Jaguar Piraña. H Espada ήταν καθαρά τετραθέσια GT και πωλούνταν ταυτόχρονα με την 400 GT 2+2 Coupe και την κεντρομήχανη Miura, που από πολλούς θεωρείται το πρώτο υπεραυτοκίνητο. Στα δέκα χρόνια παραγωγής της, η Espada παρήγχθη σε 1217 αντίτυπα, κάνοντάς την το πιο πετυχημένο σε πωλήσεις μοντέλο της Lamborghini, τουλάχιστον μέχρι την επέκταση της παραγωγής της Countach στα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Κατά τη διάρκεια της παραγωγής της, η Espada «υπέστη» κάποιες αλλαγές, με τρεις διαφορετικές «γενιές» να βλέπουν την έξοδο από τη γραμμή παραγωγής. Αυτές ήταν η S1 (1968-1970), η S2 (1970-1972) και η S3 (1972-1978). Κάθε γενιά «έφερε» επανασχεδιασμένο εσωτερικό, με ελάχιστες μικρές λεπτομέρειες να αλλάζουν στην εξωτερική πλευρά.
H πρώτη γενιά Espada παρουσιάστηκε στο Motor Show της Γενεύης το 1968. Η αρχική σχεδίαση του ταμπλό ήταν εμπνευσμένη από το concept Marzal, και έφερε οκτάγωνες θήκες τα κεντρικά όργανα, με μια επιπλέον θήκη για τα δευτερεύοντα όργανα από πάνω. Οι τροχοί ήταν της Campagnolo με «κόμπους» knock-off, όπως ακριβώς και στη Miura. Τα πίσω φανάρια προέρχονταν από την πρώτη γενιά Fiat 124 Sport Coupe. Ο κινητήρας της ήταν V12 3.9 λίτρων με απόδοση 320 ίππους. Συνολικά 186 Espada Series I βγήκαν στην παραγωγή πριν τον Ιανουάριο του 1970.
H Espada Series II παρουσιάστηκε από τη Lamborghini στο Motor Show των Βρυξελλών του 1970. Εξωτερικά, η μόνη αλλαγή ήταν η «διαγραφή» της γρίλιας που κάλυπτε το κάθετο κομμάτι γυαλιού της ουράς. Εσωτερικά, οι αλλαγές ήταν πιο ριζικές. Τοποθετήθηκαν καινούργιο ταμπλό, κεντρική κονσόλα και τιμόνι. Η θήκη των οργάνων επανασχεδιάστηκε με περισσότερο συμβατικό ορθογώνιο σχήμα, και «έφερε» στρογγυλά όργανα. Το ταμπλό «φόρεσε» ξύλινη επένδυση σε ολόκληρο το μήκος της καμπίνας. Η δύναμη αυξήθηκε στους 350 ίππους, λόγω της αύξησης της σχέσης συμπίεσης του κινητήρα σε 10.7:1, ενώ τα φρένα αναβαθμίστηκαν με αεριζόμενους δίσκους της Girling. Σε αυτήν τη γενιά υπήρχε και η επιπρόσθετη επιλογή του υδραυλικού τιμονιού. Συνολικά, 575 Espada Series II βγήκαν από τη γραμμή παραγωγής, κάνοντάς την τη πιο δημοφιλή και ποθητή γενιά.
H Espada Series III παρουσιάστηκε το 1972 και έμελλε να είναι η τελευταία και μακροβιότερη γενιά του οχήματος. Ο V12 κινητήρας των 3.9 λίτρων παρήγαγε πλέον 325 ίππους. Με το δεύτερο ανασχεδιασμό του ταμπλό αλλάχτηκε η ξύλινη επένδυση, «φορέθηκε» αλουμινένια επένδυση σε όλη την καμπίνα, που πλέον κρατούσε όλα τα όργανα και τα περισσότερα χειριστήρια, συμπεριλαμβανομένου του ραδιόφωνου, σε κοντινή απόσταση από τον οδηγό. Οι παλιότερες knock-off ζάντες αντικαταστάθηκαν από ανασχεδιασμένες ζάντες πέντε μπράτσων, κάνοντας την Espada S3 άμεσα αναγνωρίσιμη. Άλλες εξωτερικές αλλαγές αφορούσαν την αλλαγή της γρίλιας των μπροστινών φαναριών από εξάγωνη σε τετράγωνη, ενώ τα πίσω φανάρια από τη FIAT αντικαταστάθηκαν από αυτά της Alfa Romeo 2000. Το 1974, η Lamborghini έκανε διαθέσιμη μια αυτόματη μετάδοση Borg Warner για την Espada.
Από το 1975 μεγάλοι προφυλακτήρες «φορέθηκαν» στο αυτοκίνητο για να «συμμορφωθεί» με τους αμερικανικούς κανόνες ασφαλείας. Κάποιοι θεωρούν αυτά τα αυτοκίνητα ξεχωριστή γενιά Espada, αλλά η Lamborghini δεν άλλαξε ποτέ επίσημα την ονομασία του μοντέλου.
Στο Motor Show του Τορίνο το 1978, ο αμαξοποιός Pierto Frua παρουσίασε ένα μοναδικό πρωτότυπο σεντάν βασισμένο στην Espada, την επονομαζόμενη Lamborghini Faena. Το μεταξόνιο της Faena είχε επιμηκυνθεί κατά 18 εκατοστά σε σχέση με την coupe Espada. Δεν βγήκε ποτέ σε μαζική παραγωγή, ενώ το πρωτότυπο τώρα βρίσκεται στα χέρια ενός Ελβετού συλλέκτη.
Το 1999 διέρρευσαν φήμες ότι μια νέα έκδοση της Espada βρισκόταν «στα σκαριά», αλλά εκείνη την περίοδο η Lamborghini ήθελε να επικεντρωθεί στον αντικαταστάτη της Diablo, με λίγα όμως στοιχεία να γίνονται γνωστά από την ιδέα εκείνη, πέρα από μερικά σχέδια. Το 2006 υπήρξαν αναφορές ότι η Lamborghini σκόπευε να «αναστήσει» την Espada το 2009. Η φίρμα παρουσίασε την Estoque, ένα τετράπορτο τετραθέσιο concept στο Motor Show του Παρισιού, αλλά παρόλα αυτά δεν πήρε ποτέ το πράσινο φως για να βγει σε παραγωγή.
Η Espada χρησιμοποιούσε ατσάλινο μονοκόκ «σώμα». Η ανάρτησή της ήταν πλήρως ανεξάρτητη με διπλά ψαλίδια, σπειροειδή ελατήρια, υδραυλικούς αποσβεστήρες και μπάρες αντικύλισης, ενώ όλοι οι τροχοί ήταν εξοπλισμένοι με δισκόφρενα. Η διπλή δεξαμενή καυσίμου είχε χωρητικότητα 95 λίτρων, τονίζοντας έτσι τον «ταξιδιάρικο» χαρακτήρα του αυτοκινήτου. Η τάπα της βενζίνης ήταν κρυμμένη πίσω από μια μαύρη διακοσμητική γρίλια στην τρίτη κολώνα του αυτοκινήτου, μια από τις χαρακτηριστικές σχεδιαστικές «πινελιές» του Marcelo Gandini.
Ο κινητήρας της Espada ήταν V12 3.9 λίτρων που «ανέπνεε» μέσω έξι πλαγίως τοποθετημένων καρμπυρατέρ της Weber και 24 βαλβίδων που «έπαιρναν εντολές» από τις καδένες των δυο εκκεντροφόρων επικεφαλής ανά πλευρά. Το κιβώτιο ήταν τοποθετημένο μέσα στο μπλοκ του κινητήρα. Οι περισσότερες μεταδόσεις ήταν χειροκίνητες, αλλά η Espada εισήγαγε μια από τις πρώτες αυτόματες μεταδόσεις με δυνατότητα να μεταφέρει τη ροπή ενός μεγάλου «αθλητικού» V12 κινητήρα. Είχε βέβαια ασυνήθιστη κλιμάκωση, με τρεις σχέσεις: 1η, Drive, Reverse. Με την έξοδό τους από το εργοστάσιο, οι Espada «φορούσαν» ελαστικά Pirelli Cinturato με ζάντες μεγέθους 15 ιντσών.
Editor: Ματθαίος Μπλούφας
Κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα και τις δημοσιεύσεις μας!